Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

Ένας Φίλος έφυγε...

Αν δεχθούμε ότι οι ψυχές δεν χάνονται και υπάρχει μετενσάρκωση, ένα είναι βέβαιο. Ότι ο τετράποδος φίλος μας στην προηγούμενη ζωή του ήταν Άνθρωπος, με άλφα κεφαλαίο...

Έτσι του άρεσε να ξαπλώνει και να ρεμβάζει τη θάλασσα στα ταξίδια μας... Μπήκε στη ζωή μας στις 8 Ιουλίου του 1994. Μια κατάλευκη "μπάλλα" σαράντα ημερών, που μου την επέβαλαν με το "έτσι θέλω" τα παιδιά μου, έχοντας καταθέσει όλα τα χαρτζηλίκια τους σε ένα κοντινό pet shop, συνηγορούσης και της μητέρας τους, βεβαίως. Ήμουν ανένδοτος, θυμάμαι, στην αρχή. "Ή ο σκύλος ή εγώ"! φώναξα ενοχλημένος. "Μένουμε σε διαμέρισμα, δεν έχουμε κήπο, δεν είναι χώροι κατάλληλοι για σκύλους αυτοί. Εξ άλλου, τον ρωτήσατε αυτόν αν θέλει να ζήσει εδώ μέσα"; συμπλήρωσα, προσπαθώντας έτσι να εξηγήσω τους λόγους της αντίδρασής μου.

Στις δημόσιες σχέσεις ήταν άριστος! "Έλα καλέ μπαμπά, θα είναι καλός, θα τον πηγαίνουμε βόλτα, θα τον ταίζουμε, θα δεις...", είπαν και τα δυο πιτσιρίκια μου μ' ένα στόμα. "Ας τον κρατήσουμε λίγο κι' αν δεν προσαρμοστεί μαζί μας τον δίνουμε σε κάποιο φίλο που θα τον θέλει", συμπλήρωσε η καπετάνισσα, που εκτελούσε ανέκαθεν χρέη "συνηγόρου". Κι' ο Chief, έτσι τον βαφτίσαμε μιας και είχε έκτοτε τον πρώτο λόγο στο σπίτι και στη ζωή μας, έμεινε...

Τα παιδιά μεγάλωσαν μαζί του...Από τότε έγινε ο αχώριστος σύντροφός μας. Όπου εμείς, από κοντά κι' ο Chief! Στη βάρκα, στο αυτοκίνητο, στο καράβι, ακόμη και στο αεροπλάνο! Μόνο στο ιπτάμενο φουσκωτό φοβήθηκα να τον ανεβάσω! Κρυφά τον έμπαζε θυμάμαι η καπετάνισσα στην καμπίνα του καραβιού, τυλίγοντάς τον με μια κουβέρτα, σαν μωρό, για να μην τον πάρει το μάτι κάποιου θαλαμηπόλου και μας βάλει τις φωνές! Ήταν και μεγαλόσωμος βλέπετε για τη ράτσα του. "Τέσσερα κιλά θα γίνει", είχε πει στα παιδιά μου ο ιδιοκτήτης του pet shop προκειμένου να τα πείσει να τον αγοράσουν, αλλά ο Chief έφθασε τα δέκα οκτώ! Την ουρά του μόνο δεν μπορούσαμε να βολέψουμε κάτω απ' την κουβέρτα, που εξείχε και προκαλούσε το χαμόγελο των άλλων επιβατών.  Πού να τον αφήσει στη σκυλιέρα η καπετάνισσα. "Προτιμώ να κοιμηθώ μαζί του στο κατάστρωμα" έλεγε, και την καταλάβαινα...

Έτοιμος για απόπλου!Συνέχισε να μας ακολουθεί, στις περιπλανήσεις με το φουσκωτό και το camper, και να νοιώθει ασφαλής και ευτυχισμένος με το ζευγάρι των ανθρώπων που τον φρόντιζε. Άκουγε τη λέξη "βόλτα" και σβούριζε χαρούμενος γύρω απ' τον εαυτό του βγάζοντας ήχους ικανοποίησης. Θυμάμαι ακόμη τις αλμυρές περιπλανήσεις μας μαζί του, με το φουσκωτό. Και πού δεν είχε πάει! Ολόκληρο το Αιγαίο είχε γυρίσει! Πότε ρεμβάζοντας στην κουπαστή του Apache, απολαμβάνοντας τον ήλιο, και πότε κουκουλωμένος με τη νιτσεράδα του να "τη βρίσκει" με το spray που έβρεχε τη μουσούδα του.

Θυμάμαι πώς έκλεισα μια μέρα το μαγαζί στο Κερατσίνι, πριν από οκτώ χρόνια, και έτρεξα αλαφιασμένος στο σπίτι όταν μου τηλεφώνησε η καπετάνισσα ότι ο Chief έχει Κάλαζαρ! Ήταν όμως στην αρχή της η αρρώστια, ευτυχώς, και οι τριάντα ενέσεις που φέραμε απ' την Ιταλία έπιασαν τόπο και τον έσωσαν! Από τότε έτρεμε όποτε έβλεπε τον γιατρό, παρ' όλο που η καπετάνισσα τον χάϊδευε συνεχώς όσο εκείνος τρυπούσε τις φλέβες του...

Γιατί το πήρες αυτό Chief; Γιατί έτσι μου αρέσει! Τον έβλεπα τελευταία να πέφτει στα πίσω του πόδια και με πολύ κόπο να κατεβαίνει τις σκάλες του σπιτιού για την καθημερινή του βόλτα. Δεν είχε όρεξη πια για παιγνίδια, όπως πριν. Όπως τότε που έκλεβε τις κάλτσες και τα σώβρακα και μας κοίταζε πονηρά, ζητώντας να τα ανταλλάξει με ένα κομμάτι τυρί ή κρέας! Αδίκως ο γιος μου τον πείραζε, για να τον "θυμώσει" και να τον κυνηγήσει. Τον έβλεπα να μη μπορεί πια να ανέβει στον καναπέ, για τη βραδινή ξεκούραση, να μη μας διακρίνει, να μη μας ακούει, να ματώνει και να γλύφει την πληγή του, κι' αναρωτιόμουν γιατί το τέλος πρέπει να έρχεται έτσι; Κι' όμως εκείνος ο απίστευτος Φίλος δεν βαρυγκομούσε, δεν παραπονέθηκε ποτέ, δεν έκλαψε. Πλησίαζε μόνο και μύριζε τα ρούχα μας για να καταλάβει ποιος ήταν αυτός που του χάϊδευε το κεφάλι...

Η εξοικείωσή του με το φουσκωτό και η αγάπη του για ταξίδια ήταν απίστευτη!Ξέραμε τι "έπρεπε" να κάνουμε, μας το έλεγαν άλλωστε όσοι είχαν βιώσει την ίδια εμπειρία, αλλά δεν βρίσκαμε το κουράγιο. Ακόμη κι' εγώ, που πιστεύω στην ευθανασία, δείλιαζα. Μέχρι που δεν πήγαινε άλλο και χθες καλέσαμε τον γιατρό στο σπίτι. Δεν θέλαμε να ταράξουμε τις τελευταίες στιγμές του βάζοντάς τον στον χώρο του ιατρείου που ξέραμε ότι τόσο τον ενοχλούσε. Και κοιμήθηκε εκεί, δίπλα μας, στο πάτωμα, δίπλα στο κουπάκι με το νερό του, με την αγάπη, το χάδι και το βουβό κλάμα μας...

Γεια σου Φίλε...Γεια σου Φίλε "Τσιφάκο". Θα σε θυμόμαστε πάντα για τα αξέχαστα χρόνια που περάσαμε μαζί. Σ' ευχαριστούμε για την ευγνωμοσύνη σου. Για την απίστευτη καρτερικότητα και τους τρόπους σου. Για την άδολη και αφιλοκερδή αγάπη που τόσο απλόχερα μας χάρισες. Για τα μαθήματα ανθρωπιάς και ανεξικακίας που μας δίδαξες. Μια μικρή τούφα χώμα και μια πέτρα στον Υμηττό, εκεί που μαζί πηγαίναμε βόλτα, θα σου κρατάει πια για πάντα συντροφιά...

Ένας φίλος που στην αρχή δεν σε ήθελε...

Εκείνο το Πάσχα στην Κάσο περίμενε με υπομονή να ψηθεί το κοντοσούβλι!

Αχώριστος σύντροφος και συνοδηγός ακόμη και στις δημοσιογραφικές αναζητήσεις μου!

Ακόμη και οι γάτες τον λάτρευαν!

 

Για πού το βάλατε; Εμένα εδώ θα μ' αφήσετε;

Δεν υπήρχε περίπτωση να πάμε κάπου και να μην έρθει μαζί μας!