Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

Η "Καλλίπυγος" στους πέντε ωκεανούς. Φθάνοντας στη Σαμόα.

Σύνδεση με το προηγούμενο : http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1438-i-kallipygos-stous-pente-okeanoys-to-taksidi-stin-polynisia-kala-kratei

Ο γύρος της Ραγιατέα μάς πήρε τέσσερις μέρες, αγκυροβολώντας, νωρίς το απόγευμα, κοντά στον κοραλλένιο κυματοθραύστη, όπως στα Τουαμοτού, δίπλα σε μικρά διαβρωσιγενή νησάκια.

Επιδοθήκαμε σε υποβρύχιες εξερευνήσεις, χαζεύοντας τις μυριάδες παρδαλών ψαριών με φόντο τους πολύχρωμους, ντελικάτους μαδρεπορικούς κήπους. Έπειτα διανύσαμε το υφαλόσπαρτο αμφίγειο έως την Ταχαά. Η βαθύκολπη νήσος δε μας επέτρεπε πολλά αγκυροβόλια. Παντού οι ακτές έπεφταν κατακόρυφα, φτάνοντας αμέσως βάθη 25 έως 30 μέτρων. Τελικά, βρήκαμε ένα μουράγιο απέναντι σε μια φυτεία βανίλιας. Ο Γάλλος αγρότης που την καλλιεργούσε με την οικογένειά του μας καλωσόρισε και μας ξενάγησε στο κτήμα του. Η βανίλια είναι ξενόφερτη, από την Κεντρική Αμερική, και δεν υπάρχουν εδώ τα ανάλογα έντομα για την επικονίαση αυτής της ορχιδέας. Έτσι τη δουλειά αναλαμβάνει το ανθρώπινο χέρι. Ένα άτομο χειρίζεται τη γύρη δύο χιλιάδων ανθών ημερησίως, που μετά τη συγκομιδή, την ξήρανση και τη ζύμωση στον ήλιο αποδίδουν οκτακόσια δολάρια. Με άλλα λόγια, κοπιαστικό επάγγελμα αλλά συγχρόνως και επικερδές!

Ανάμεσα στο αγρόκτημα και στο ευώδες χωράφι μια ξένη μεθυστική μυρωδιά μάς έσπαγε τη μύτη. Θάμνοι ολόκληροι «υλάγκ- υλάγκ», η ορχιδέα που χρησιμοποιείται από τους Γάλλους αρωματοποιούς. Αν και μεθυσμένοι από τόση μοσχοβολιά, προσέξαμε το χάλασμα του καιρού. Θύμωσαν οι αληγείς και συσσωρεύτηκαν απειλητικά μαύροι σωρείτες. Χαιρετήσαμε βιαστικά τον αγρότη για να μεθορμίσουμε σ’ ένα παραπλήσιο τεχνητό λιμανάκι. Πλαγιοδρομία με το φλόκο πιάναμε επτά κόμβους, ώσπου χωθήκαμε στο εσωτερικό του βαπορίσιου ντόκου.

Στην αβάλη γύρω μας απλωνόταν το χωριό Ταπουαμού. Σε λίγο βρέθηκαν γύρω μας λογής αλιευτικά και ορισμένα νοικιάρικα ιστιοφόρα, τεντώνοντας ένα πλεμάτι κάβων προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι σπιλιάδες έπεφταν καρφωτές, τινάζοντας τους κοκκοφοίνικες. Τη νύχτα ο αέρας έφτασε τους πενήντα κόμβους και συνέχισε να φυσάει με μανία για άλλες δύο μέρες. Το μεγαλύτερο κίνδυνο για μας αποτελούσαν οι τσίγκινες οροφές των παραπλήσιων σπιτιών, που τραντάζονταν απειλητικά σε κάθε ριπή. Από το ραδιόφωνο μάθαμε ότι ένας πανίσχυρος αντικυκλώνας διέσχιζε τον Ειρηνικό, συμπιέζοντας τις ισοβαρείς και προξενώντας θυελλώδεις ανέμους. Στην άλλη άκρη της Πολυνησίας η κακοκαιρία συνδυάστηκε μ’ ένα τροπικό χαμηλό, ξεσπώντας σ’ αυτούς που συμμετείχαν στον αγώνα Νέα Ζηλανδία-Τόγκα (1.500 ν.μ.) και βυθίζοντας πέντε ιστιοφόρα. Για να περάσει η ώρα παρακολουθήσαμε στην τηλεόραση του καφενείου την αρχή του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου και τα χάλια της ελληνικής εθνικής ομάδας. Τα βράδια βρισκόμασταν στις ξέφρενες χορευτικές πρόβες του τοπικού συλλόγου νεανίδων.

Όταν κόπασε η κακοκαιρία, σαλπάραμε για την Πόρα-Πόρα όπου παραμείναμε λίγες μέρες θεατές των διαγωνισμών χορού. Υπό τον ήχο τυμπανοκρουσιών, εντυπωσιαστήκαμε όχι μόνο από την αναμενόμενη χάρη των καλλίγραμμων κοπελιών αλλά και από το ορεξάτο κέφι των «μαμάδων», όπως αποκαλούνται εδώ οι κυρίες σεβαστής ηλικίας και περιφέρειας! Όλα τα σπίτια του χωριού είχαν κυριολεκτικά σκεπαστεί με πολύχρωμα λουλούδια και πάμπολλα ανθοστολισμένα πρόχειρα μπαράκια πρόσφεραν παραδοσιακές λιχουδιές ή ποτά. Στην τουριστική Πόρα-Πόρα το λαϊκό πανηγύρι έπαιρνε διαστάσεις και ύφος Ντίσνεϋλαντ.

Η άδεια παραμονής μας έληξε, έτσι δεν είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάσουμε όλα τα συγκροτήματα που έφτασαν από τα γύρω νησιά, αλλά τουλάχιστον πήραμε μια ιδέα, καμαρώνοντας το τελευταίο βράδυ τους εντυπωσιακούς περσινούς νικητές. Με ταχύρρυθμη ορχήστρα και φανταχτερές φυτικές ενδυμασίες, αναπαράστησαν τη μυθολογική ιστορία του νησιού: πώς ο θεός Ταγκαλόα, ψάχνοντας τα παιδιά του στο βυθό, ψάρεψε φάλαινες και τις απολίθωσε. Σίγουρα ένα μάθημα σεμνότητας για τους πάντα υπερβολικούς ψαράδες!

Την επομένη ολοκληρώσαμε τον ανεφοδιασμό μας σε νερό, τρόφιμα και καύσιμα, συμπληρώσαμε τις γραφειοκρατικές διαδικασίες και ετοιμαστήκαμε για τον απόπλου.

Στη Σαμόα, λίκνο των Πολυνησίων.

Ήμασταν πανέτοιμοι να σαλπάρουμε. Ακόμα βούϊζαν στ’ αυτιά μας οι τρελές τυμπανοκρουσίες του χθεσινοβραδινού πανηγυριού. Οι αληγείς φυσούσαν θυμωμένα: τριάντα πέντε κόμβους. Σίγουρα έξω από τη λιμνοθάλασσα είχε σχηματιστεί μεγάλος κυματισμός. Αποφασίσαμε να κάνουμε υπομονή ένα ακόμη εικοσιτετράωρο, μπας και ξεθύμαινε το μαραμού όπως αποκαλείται εδώ η φρέσκια σοροκάδα.

Έχοντας συμπληρώσει τρεις μήνες στη Γαλλική Πολυνησία, ετοιμαζόμαστε ν’ αποπλεύσουμε, αφήνοντας τη σμαραγδόχρωμη λιμνοθάλασσα της περιβόητης Πόρα-Πόρα και διασχίζοντας χίλια μίλια στο νότιο Ειρηνικό για να φτάσουμε ως τη Σαμόα. Δεν αναμέναμε εύκολη πρυμιά περαντζάδα, καθώς γνωρίζαμε ότι επί δεκαπέντε αιώνες οι Πολυνήσιοι πηγαινοέρχονταν ανάμεσα σ’ αυτά τα αρχιπελάγη με καταμαράν, αφού οι καιροί δε φυσούσαν πάντα από την ίδια κατεύθυνση. Μελετώντας τους στατιστικούς μετεωρολογικούς χάρτες, παρατηρήσαμε ότι ανάμεσα στα μόνιμα υψηλά βαρομετρικά Χιλής και Αυστραλίας, ο κεντρικός Ειρηνικός χαρακτηριζόταν από μια σειρά ασθενών μετώπων και μικρών αντικυκλώνων. Αυτοί προκαλούν άστατες συνθήκες και αλλεπάλληλα μπαταρίσματα των αληγών εντός του ανατολικού ημικυκλίου.

Τα ξημερώματα της 7ης Ιουλίου ο καιρός φάνηκε να σπάει. Οι σπιλιάδες έφταναν μόνο τους τριάντα κόμβους και επιτέλους βιράραμε την άγκυρα. Σαν θαλασσοπούλι με απλωμένα φτερά, η «Καλλίπυγος» άφρισε τα κύματα και, αφού διέπλευσε το στενό, ξανοίχτηκε στο πέλαγος. Γρήγορα χάθηκε στ’ απόνερα της πρύμης το σουβλερό όρος της Πόρα-Πόρα, ενώ προσπαθούσαμε να ξανασυνηθίσουμε τις απότομες κινήσεις της πλεύσης με χοντρό κυματισμό.

Σαν βράδιασε, ο αέρας μετριάστηκε και ξεμουδάραμε, προσθέτοντας και την τζένοα. Προφανώς, μας λυπήθηκε ο Αίολος, αφήνοντάς μας να κοιμηθούμε ήσυχα!

8/7: Μέτριος λεβάντες. Διανύσαμε 125 μίλια σ’ ένα εικοσιτετράωρο. Μεσημεριανό στίγμα: 16°05'Ν., 154°01΄Δ. Η μέρα περνάει ομαλά, παίζουμε τάβλι και ευχαριστιόμαστε την περαντζάδα ακούγοντας ειδήσεις ή κουβεντιάζοντας στα βραχέα με Ελληνοαυστραλούς ραδιοερασιτέχνες. Μετά τη βραδινή μακαρονάδα, συσσωρεύονται οι μελανοσωρείτες και σε λίγο σκάνε σαν βόμβες γύρω μας απανωτά μπουρίνια. Ενώ αλλάζαμε φλόκους, για μια στιγμή βρεθήκαμε ξυλάρμενοι, ταξιδεύοντας με πέντε κόμβους! Οι όμβροι διήρκεσαν επτά ώρες και συνεχώς προσαρμόζαμε την ιστιοφορία. Σαν ρόδισε η ανατολή, ο ουρανός καθάρισε και μπορέσαμε να κλέψουμε λίγες ώρες ύπνου.

9/7: Συνήλθαν οι αληγείς. Πλέουμε ευχάριστα με δύο σταυρωμένες τζένοες. Μεσημβρινό στίγμα: 15°55'Ν., 145°07'Δ. Ο αυτόματος πιλότος άρχισε να δείχνει σημάδια κόπωσης. Η Άννα Μαρία αναλαμβάνει τη λαγουδέρα, εγώ λύνω το μηχανικό βραχίονα. Τα γρανάζια λειτουργούν κανονικά, αλλά το μοτέρ τραβάει ζόρι. Το αντικαθιστώ. Σε μισή ώρα συναρμολόγησα τον «Αλφόνσο», όπως τον αποκαλούμε χαϊδευτικά, και τον επανατοποθέτησα. Γιορτάζουμε την πετυχημένη επέμβαση μ’ ένα ποτήρι κρασί.

10/7: Τρίτη μέρα εν πλω διανύσαμε 370 μίλια. Μεσημβρινό στίγμα 15°43'Ν., 158°06'Δ. Μας πλησιάζει ένα ασθενές μέτωπο, ο άνεμος στρέφεται αρχικά βόρειος και στη συνέχεια πουνέντης βροχερός, αναγκάζοντάς μας να εναντιοδρομήσουμε κάνοντας κοντοβόλτια. Σταδιακά επανέρχεται ελαφριά όστρια και βιράρουμε το μπαλόνι.

11/7: Όλο το πρωϊνό τρέχουμε «μπαλονάτοι», με λιακάδα και ήρεμη θάλασσα. Μεσημβρινό στίγμα: 15°31'Ν., 159°34'Δ. Προφανώς θα έχουμε νέο μέτωπο, αφού ο αέρας σιγοντάρισε. Η νύχτα περνάει ευχάριστα, πλέοντας με δυο σταυρωμένες τζένοες.

12/7: Πληροφορούμαστε από το ράδιο ότι στα δυτικά των νήσων Σαμόα σχηματίστηκε ένα τροπικό χαμηλό. Δεν υπάρχουν φυσικά οι συνθήκες για να εξελιχθεί σε κυκλώνα, αφού έχουμε καταχείμωνο, αλλά δεν παύει να μας ανησυχεί. Παίρνουμε πλέον δελτία καιρού κάθε έξι ώρες. Μεσημβρινό στίγμα: 15°20'Ν., 161°42'Δ. Ο άνεμος συνέχισε να φατσάρει, τελικά βρισκόμαστε στην εγγυτάτη με πεντάρι μαΐστρο. Βρέχει καρεκλοπόδαρα.

13/7: Το χαμηλό κυκλοβατεί, αντί να πάρει δρόμο ή να διαλυθεί. Τι θα γίνει άραγε; Η βροχή ακάθεκτη κι εμείς συνεχίζουμε όρτσα. Μεσημβρινό στίγμα: 15°10'Ν., 163°04'Δ. ΤΟ βράδυ μπουνατσάρει τελείως και βάζουμε μπρος τη μηχανή.

14/7: Οι πρώτες σπιλιάδες της όστριας έφτασαν από τα μεσάνυχτα. Σταματάμε επιτέλους τη μηχανή και πλαγιοδρομούμε. Η βροχή δε λέει να κόψει, ο αέρας φρεσκάρει συνεχώς. Όταν η σοροκάδα έπιασε τους τριάντα πέντε κόμβους, βρισκόμαστε μόνο με το φλόκο. Το χαμηλό αποφάσισε να κινηθεί Α-ΝΑ, δηλαδή καταπάνω μας. Όσο έχουμε καλή ταχύτητα στο ανοιχτό πέλαγος, η κατάσταση ελέγχεται. Μεσημβρινό στίγμα: 14°52'Ν., 164°44'Δ. Αντικαθιστούμε τον αυτόματο πιλότο με το ανεμοτίμονο και μένουμε ευχαριστημένοι από τη δοκιμή χάρη στο μικρό συντελεστή φαινόμενου ανέμου. Λόγω βροχής κλείνουμε τα πάντα, κάθε δέκα λεπτά ρίχνουμε μια κυκλική ματιά στον ορίζοντα, πλησιάζουμε «καραβογραμμή».

15/7: Γινόμαστε μάρτυρες ενός παράξενου συμβάντος. Ηλιόλουστο μπουρίνι. Παρατηρούμε μπροστά μας μια τεράστια κυκλική οπή στην παχιά συννεφιά. Το βαρόμετρο ανεβαίνει απότομα κατά δύο εκτοπασκάλ, ενώ φυσάει άνεμος, για μία ώρα τουλάχιστον, με σαράντα πέντε κόμβους. Μεσημβρινό στίγμα: 15°05'Ν., 167°04'Δ. Το απόγευμα κοπάζει ο καιρός και στρέφεται γρέγος. Θα έχουμε σύντομα νέο μέτωπο. Βρισκόμαστε μόλις εξήντα πέντε μίλια από την ατόλη Ροζ, το ανατολικότερο νησί των Σαμόα.

16/7: Ένατη μέρα της περαντζάδας και τρίτο μέτωπο που μας φέρνει τα γνωστά γυμνάσια, με συνεχείς αλλαγές ιστιοφορίας και μπουρινάτους όμβρους. Φυσικά, αντίθετος ο αέρας. Θα μας συνέφερε ένα κοντοβόλτι προς το νότο, γιατί από κει θα φυσήξει αύριο αλλά πλησιάζει το τροπικό χαμηλό, προξενώντας θυελλώδεις ανέμους και προτιμούμε ν’ απομακρυνθούμε λίγο. Μεσημβρινό στίγμα: 14°32'Ν., 168°20'Δ. Πληροφορούμαστε από το ράδιο ότι ξέσπασε κακοκαιρία μεταξύ Σαμόας και Τόγκα, όπου προβλέπονται άνεμοι έως εξήντα κόμβους. Αφού σιγουρευτήκαμε ότι το σύστημα δε θα μας αγγίξει, κάνουμε τακ προς τα νοτιοδυτικά.

17/7: Νέες φάτσες, νέο κοντοβόλτι. Οι συνεχείς εναλλαγές και τα μπουρίνια παράγουν χαώδη κι απότομο κυμάτισμό, επιβεβαιώνοντας ότι τα όρτσα δεν ανήκουν στις άνετες πλεύσεις! Μεσημέρι παραπλέουμε τα ογκώδη νησιά Μανούα όπου, ως αναμενόμενο, δεχόμαστε ισχυρές καπελωτές σπιλιάδες από τα βουνά και τα μπογάζια. Η Τουτουίλα, πρωτεύουσα της Αμερικανικής Σαμόα, βρίσκεται πενήντα μίλια δυτικότερα και το απόγευμα θα φανούν στην πλώρη μας τα απόκρημνά της όρη. Υπολογίζουμε τον κατάπλου στο λιμάνι Πάγκο-Πάγκο για λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Διστάζουμε να περάσουμε νυχτιάτικα την υφαλόσπαρτη μπούκα και κόβουμε ταχύτητα. Αντιμονούμε στις τρεις το πρωί, σοφράνο του λιμανιού. Κλέβουμε δύο ώρες ύπνου και, με τη φέξη, ποδίζουμε προς το άνοιγμα, στην κατακόρυφη ακτή.

Το Πάγκο-Πάγκο δημιουργήθηκε όταν κατέρρευσε η μια πλευρά της μεγάλης καλντέρας που σχημάτιζε το νησί. Πραγματικά φιδωτό κι αβυσσαλέο φιορδ, με απόκρημνες ακρογιαλιές και στριφογυριστές ριπές, ο κόλπος δεν προσέλκυσε ποτέ ούτε τους Πολυνήσιους αλλά ούτε και τις αποικιακές υπερδυνάμεις όσο οι στόλοι τους ήταν ιστιοκίνητοι. Το 1900, με την καθιέρωση του ατμού, οι ΗΠΑ, νέα κραταιά δύναμη στον Ειρηνικό, άρπαξαν το νησί για να ιδρύσουν ναύσταθμο (είχαν μόλις καταλάβει και τις Φιλιππίνες). Οι ντόπιοι, ως τότε υποτελείς των ηγεμόνων της γειτονικής Ουπολού, έδειχναν μάλλον ευχαριστημένοι που γλίτωσαν από τους Γερμανούς, τα νέα αφεντικά της Δυτικής Σαμόα.

Πάντα στη μέση των αψιμαχιών μεταξύ Σαμόα-Τόγκα, οι κάτοικοι της μικρής Τουτουίλα, λόγω των δύσκολων ακτών της, είχαν εξελιχθεί σε άριστους ναυτικούς. Το Γάλλο εξερευνητή Μπουγκαινβίλ (γνωστός για το ομώνυμο φυτό που έφερε από την Πολυνησία) εντυπώσιασαν οι εξαιρετικές ικανότητες των Σαμοάνων να υπερπηδούν τις ξέρες με τα καταμαράν και, βάπτισε τη οτιχάδα «Νησιά των θαλασσοπόρων». Οι ντόπιοι όμως αποδείχθηκαν και ικανότατοι πολεμιστές, όταν πετσόκοψαν το πλήρωμα μιας φαλαινίδας του Λα Περούζ, που είχε το θράσος ν’ αποβιβαστεί χωρίς να παρουσιαστεί στον τοπικό φύλαρχο. Οι Γάλλοι ανταπέδωσαν με κανονιοβολισμούς. Το ότι τελικά πέθαναν πενήντα Πολυνήσιοι για δώδεκα Ευρωπαίους γρήγορα ξεχάστηκε, αφού η τοποθεσία έμεινε στην ιστορία σαν «Όρμος της σφαγής», ενώ οι Σαμοάνοι δυσφημίστηκαν ως αφιλόξενοι βάρβαροι!

Εισχωρούμε αργά στη βαθιά αυλώνα, ζωσμένη με αφροστεφείς ξέρες όπου μαργαρίζουν σκουριασμένα ναυάγια από ανεμότρατες. Ο κόλπος, πραγματικό μπουγάζι περιστηλωμένο από γκρεμούς, πρέπει να μετατρέπεται σε «τουρμπίνα» όταν φυσάει δυνατός αέρας. Με την ουρά δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να παραβάλουμε τον ντόκο του τελωνείου και να διεκπεραιώσουμε τις γραφειοκρατικές διαδικασίες εισόδου. «Καλώς ήρθατε στην Αμερικανική Σαμόα» μας λέει ο λιμενάρχης, υποδεικνύοντάς μας ένα μουράγιο στην άλλη άκρη του όρμου, μακριά από την αποβάθρα. Τελικά, πετυχαίνουμε να τον καταφέρουμε για μια πιο βολική τοποθεσία και μεθορμίζουμε, φουντάροντας δύο άγκυρες πάνω σε μια ομαλή ξέρα.

Κοντά μας, στη νότια πλευρά, βρίσκεται το χωριό, ενώ στην απέναντι βορινή βουίζουν γεννήτριες και τα κονσερβοποιεία, όπου συνωστίζονται μεγάλα αλιευτικά. Στην πλώρη μας, ανατολικά, ορθώνεται το όρος Πιαόα που υμνήθηκε με τόσο πειστικό τρόπο από τον Σόμερσετ Μομ στο κλασσικό του έργο... «Η βροχή». Η κορυφή συσσωρεύει τα σύννεφα και σε λίγο αρχίζει το ψιχάλισμα! Από τις δώδεκα μέρες παραμονής μας στο Πάγκο-Πάγκο δεν πέρασε καμία χωρίς νεροποντή, με πάντα μπόλικο αέρα. Κύριος σκοπός μας εδώ να επωφεληθούμε από τις πολύ φτηνές τιμές τροφοδοσίας. Εκμεταλλευτήκαμε επίσης τις αφορολόγητες αμερικάνικες τιμές στα ηλεκτρονικά για να προμηθευτούμε ένα GPS, η τελευταία λέξη της ηλεκτρονικής δορυφορικής ναυτιλίας. Επόμενος σταθμός μας ήταν το μικρό ανεξάρτητο κρατίδιο της Δυτικής Σαμόα. Ενώ όμως είχαμε ήδη συμπληρώσει τις αγορές μας, ο αέρας άρχισε να φυσάει με τόση ορμή, που δεν μπορούσαμε να αποβιβαστούμε στην κοντινή ακτή. Μαθεύτηκε στη γυρα ότι επισκευάζαμε πανιά και μετατρέποντας την «Καλλίπυγο» σε ιστιοραφείο, βγάλαμε κάποια χρήματα.

Καιρού επιτρέποντος, με άλλους τρεις ιστιοπλόους νοικιάσαμε συνεταιρικά για μια μέρα ένα αυτοκίνητο, με σκοπό να κάνουμε το γύρο του νησιού. Ο μοναδικός δρόμος ανέβαινε σαν φίδι την κεντρική οροσειρά, πότε από τη μία, πότε από την άλλη πλευρά της αιχμηρής ράχης, επιτρέποντας τη θέαση χαραδρών και δασωδών κοιλάδων. Εντύπωση μας έκαναν τα περιποιημένα χωριά, όπου γειτόνευαν τα παραδοσιακά «φαλέ» (νευραλγικά κέντρα των οικογενειακών κοινοβίων) και οι μεγάλες εκκλησίες.

Όπως μας είχαν προειδοποιήσει και μας το υπενθύμιζαν μεγάλες ταμπέλες πριν από κάθε χωριό, απαγορευόταν η διέλευση εν ώρα προσευχής και γενικά χρειαζόμασταν άδεια για να αποβιβαστούμε. Αφού πήραμε το προφορικό πασαβάντι από ένα χωριανό, καταλάβαμε το νόημα αυτών των παράξενων διατάξεων. Τα φαλέ ήταν χωρίς μόνιμους τοίχους και όπου κι αν στεκόμασταν, διαταράσσαμε την αποκλειστικότητα των ιδιωτικών χώρων. Πραγματικά παράξενη έννοια για μας τους Ευρωπαίους η έλλειψη ιδιωτικότητας. Εδώ η «άιγκα» (μεγάλη οικογένεια ή σόι 100 ατόμων) αποτελεί τη μικρότερη αδιαχώριστη κοινωνική ομάδα, όπου όλα, ακόμη και τα εισοδήματα, είναι κοινά, υπό την αρχηγία ενός «ματάι» που οργανώνει, διατάζει και διαχειρίζεται την κοινή περιουσία. Σ’ ένα μικρό και κομψό φαλέ, το «φονό», συνεδριάζουν οι ματάι υπό την προεδρία ενός αλιί. Αντίθετα με την ομοεθνή Δυτική Σαμόα, στην Τουτουίλα, ματάι και αλιί δεν εξασκούν έμμεση πολιτική εξουσία.

Επιστρέφοντας στο λιμάνι, πήγαμε σε ταβέρνα όπου πιάσαμε κουβέντα με μια παρέα ντόπιων. Το κύριο θέμα συζήτησης αυτή την εποχή στην Αμερικάνικη Σαμόα ήταν η αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου με επιχορηγήσεις από την Ουάσιγκτον. Ήδη όλοι εδώ είχαν «δέσει το γάιδαρο τους», απασχολούμενοι στο δημόσιο. Όσο για τις αγγαρείες ή τις βαριές εργασίες τις είχαν αναλάβει οι μετανάστες από φτωχές γειτονικές χώρες, όπως η Δυτική Σαμόα και η Τόγκα. Η πλημμύρα των δολαρίων όμως δεν επέφερε μόνο καλά αποτελέσματα, καθώς οι νέοι εγκατέλειπαν τον παραδοσιακά κοινοβιακό τρόπο ζωής, ξεφεύγοντας από τον έλεγχο των άιγκα και των ματάι με τα γνωστά παρατράγουδα: εγκληματικότητα, ναρκωτικά κτλ. Υπαρξιακό θέμα αυτό της προσαρμογής αρχαίων δομών στις σύγχρονες συνθήκες, αλλά ασφαλώς κανείς τους δεν επιθυμούσε την επιστροφή στη Λίθινη Εποχή. Ούτε ν’ ακολουθήσει το παράδειγμα της Δυτικής Σαμόα. Στην ερώτησή μας στο τι γινόταν στην αδερφή χώρα, σύσσωμοι απάντησαν: «Να πάτε να δείτε τα χάλια τους!». Υπομονή λοιπόν μερικές μέρες ακόμη.

8/8: Έκοψαν κάπως οι αληγείς, το πεντάρι από το λεβάντε είναι ό,τι πρέπει για να διασχίσουμε γρήγορα τα εξήντα μίλια έως την Άπια, πρωτεύουσα της Δυτικής Σαμόα. Είχαμε συμπληρώσει τις «χαρτούρες» απόπλου πριν από τέσσερις μέρες και περιμέναμε στη ράδα. Σαλπάραμε το απόγευμα. Ανοιχτήκαμε με δύο κοντοβόλτια και ποδίσαμε προς τη νήσο Ουπολού.

Για να φτάσουμε ξημερώματα, κανονίζουμε μειωμένη ιστιοφορία. Δύο σταυρωμένα φλοκάκια αρκούν. Στη νυχτερινή μου βάρδια χαζεύω τον πολύχρωμο καταιγισμό μετεωριτών. Για λίγο νόμισα ότι επρόκειτο για βεγγαλικά. Ένας μεγάλος βροχερός όμβρος αποκρύπτει τις ακτές της Ουπολού για μιάμιση ώρα, αναγκάζοντάς μας σε αντιμονή. Πολλές ξέρες, δυνατός αέρας και πλάγιο ρεύμα ζητούν προσοχή με παραδοσιακές μεθόδους, γιατί οι χάρτες βασίζονται σε γερμανικά τοπογραφικά του 1912, καθιστώντας ανακριβή τα στίγματα του GPS. Μια σβέλτη, κλειστή πλαγιοδρομία οδηγεί την «Καλλίπυγο» στην καρδιά του λιμανιού. Ύστερα από τόσες συνοφρυωμένες μέρες στο Πάγκο-Πάγκο, μας λυτρώνει η λιακάδα στη λαμπερά υπήνεμο Άπια.

Εάν εξαιρέσουμε τις πάντα βαρετές γραφειοκρατικές διαδικασίες, αράζουμε συγκινημένοι στην πρώτη μας ανεξάρτητη πολυνησιακή χώρα. Μαθαίνουμε ότι σε λίγες μέρες αρχίζει το διεθνές πρωτάθλημα ταχύτητας με κωπηλάτες πιρόγες.

Στα νησιά Ουπολού και Σαβαΐι, που αποτελούν τη Δυτική Σαμόα, οι κάτοικοι δεν πεινούν, σίγουρα όμως αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα λόγω της έλλειψης εξαγώγιμων πόρων. Συνήθως ανταπεξέρχονται στις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής χάρη στη διεθνή ελεημοσύνη και στα εμβάσματα των ξενιτεμένων.

Από τη μεγάλη και πολύχρωμη κεντρική αγορά επιβιβαστήκαμε σ’ ένα από τα παλιά λεωφορεία που οδηγούν στο δυτικό άκρο του νησιού, όπου βρίσκονται οι πιο παραδοσιακές κοινότητες. Ο δρόμος ακολούθησε την παράκτια πεδιάδα, διασχίζοντας φυτείες, χωράφια και λεπτομερώς προσεγμένα χωριά με τις χαρακτηριστικές θολοειδείς σκεπές των «φόνο» και τα μικρά γήπεδα, όπου γυναίκες εξασκούνται στο κρίκετ. Ο νότιος ορίζοντας φραζόταν από την πυκνή ζούγκλα που αναρριχιόταν σε απόκρημνες πλαγιές. Βόρεια, στην παρυφή μιας αιγιαλίτιδας λωρίδας υφάλων, απλωνόταν ο απέραντος Ειρηνικός. Η πλησιέστερη ήπειρος απέχει τέσσερις χιλιάδες μίλια! Στις γεωλογικά νέες Ουπολού και Σαβαΐι η φύση δεν πρόλαβε να διαβρώσει τα όρη, ενώ οι μαδρεπορικές αποικίες περιζώνουν τις ακτές μόλις σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων. Μοναδική εξαίρεση τα ρηχά στενά της Απολίμα, ανάμεσα στα δύο νησιά, όπου τα κοράλλια εκτείνονται στ’ ανοιχτά, εσωκλείοντας μεγάλες περουζένιες λιμνοθάλασσες και μερικά δασώδη νησόπουλα. Ένα από αυτά, η Μανόνο, αποτελούσε το σημερινό μας προορισμό.

Αφήνοντας το «ελαιοφθορείο», μπαρκάραμε σ’ έναν εξίσου σαραβαλιασμένο σκυλοπνίχτη για να διασχίσουμε το ευτυχώς πολύ ρηχό αμφίγειο. Εκτός από τα άφθονα παρδαλά ψάρια, αντιληφθήκαμε σωρείες «τρεπάγκ» (θαλάσσια αγγούρια), που παλιότερα εξάγονταν σαν αφροδισιακά στη μακρινή Κίνα. Σαν σμαράγδι, στη βελουδένια καλάινη κασετίνα του, στεκόταν μπροστά μας ένας από τους τελευταίους τροπικούς παραδείσους. Χωρίς ηλεκτρισμό ή αυτοκίνητα, ο χρόνος είχε σταματήσει για τα τέσσερα χωριά. Αλιεία και λίγες καλλιέργειες αρκούν για να στηρίξουν τις μικρές κοινότητες, ενώ μερικοί μισθοί από τις φυτείες κοκκοφοινίκων και κακάο στις γειτονικές ακτές της Ουπολού επαρκούν να εξασφαλίζουν υλικά και καύσιμα για λάμπες ή εξωλέμβιες.

Στο δυτικό αλίπεδο, φαγωμένο από τη βλάστηση και την πολυκαιρία, διακρίναμε το αρχαίο μαραέ, ιερό της πολυθεϊκής θρησκείας, ενώ στην άλλη πλευρά, επισκιάζοντας το μόλο, υψώνεται το αιχμηρό καμπαναριό της προτεσταντικής εκκλησίας. Ας σημειωθεί ότι οι Πολυνήσιοι δε χρησιμοποιούν καμπάνες, αλλά παραδοσιακά κυλινδρικά σήμαντρα. Ο λόγος που εξαπλώθηκε τόσο γρήγορα ο χριστιανισμός το 19ο αιώνα στα αρχιπελάγη της Ωκεανίας οφειλόταν στη μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στην Πολυνησιακή Κοσμογονία και στη Γένεση της Παλαιάς Διαθήκης, όπως και σε μια αρχαία μαντεία που προέβλεπε την αντικατάσταση των μυθικών θεών από μια νέα ουρανοκατέβατη θρησκεία. Οι ιεραπόστολοι πράγματι έφεραν το μήνυμα «εκ τοις ουρανοίς» και οι Ευρωπαίοι ναυτικοί, που ήταν γνωστοί ως «παλάγκι», έμοιαζαν να έρχονται από τον ουρανό χάρη στις πανύψηλες αρματωσιές των πλοίων τους!

Στην Άπια όλοι ετοιμάζονταν για το γεγονός της χρονιάς, την έναρξη των αγώνων. Δεν ήταν όμως οι μυώδεις Μαορί κωπηλάτες που έκλεψαν την παράσταση, αλλά οι Σαμοάνοι τραβεστί, γνωστοί εδώ ως «φαφαφίνε»! Με φανταχτερά φορέματα, ψηλά τακούνια και μαστούς από καρύδες, επευφημούσαν τους αθλητές, δίνοντας ιδιαίτερο χρώμα στις κερκίδες της παραλίας. Αντίθετα με τα εβραιοχριστιανικά έθιμα, οι ομοφυλόφιλοι βρίσκονται πλήρως ενταγμένοι στην πολυνησιακή κοινωνία. Όπως είπαμε πρωτύτερα, οι νησιώτες κατέφευγαν στο παρελθόν στον ενταφιασμό θηλυκών βρεφών ως μέθοδο ελέγχου του υπερπληθυσμού, με αποτέλεσμα οι μανάδες, μην έχοντας αρκετά κορίτσια για τις δουλειές του σπιτιού, να αφιερώνουν ορισμένα αγόρια τους.

Η παράδοση συνεχίζεται και σήμερα, χωρίς όμως βρεφοκτονίες, αφού είδαμε μπόμπιρες με ποδιές στην αυλή δημοτικού θηλέων! Ορισμένοι, μετά την εφηβεία, επιστρέφουν σε αντρικούς ρόλους, ενώ άλλοι διαλέγουν να παρατείνουν επ’ αόριστο τη γυναικεία τους εμφάνιση. Ορθά παρατήρησε η Άννα Μαρία: Γιατί άραγε να χρειάζονται μεταμφίεση για να κάνουν οι άντρες δουλειές του σπιτιού; Αυτό μας επιτρέπει να σταθμίσουμε το ρόλο της γυναίκας στη σύγχρονη σαμοάνικη κοινωνία. Οι τελικοί, τις δυο τελευταίες μέρες των αγώνων, είδαν την υπεροχή των ημιεπαγγελματιών αθλητών Ταϊτής και Χαβάης που σάρωσαν όλα τα μετάλλια, πετυχαίνοντας τεράστιες διαφορές από τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους. Το βράδυ της απονομής οι διοργανωτές κέρναγαν μπίρα και τέσσερα μοσχάρια, που ψήνονταν στη σούβλα. Περιττό να πω ότι τόσο τα σαράντα βαρέλια όσο και τα δαμάλια καταναλώθηκαν σε χρόνο ρεκόρ! Εδώ πραγματικά παρατηρήσαμε τη διάσταση μεταξύ των διαφόρων ομάδων που αναγκάζονταν να χρησιμοποιούν την αγγλική για να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Έτσι το όνειρο ορισμένων εθνικιστών πολιτικών να επανενώσουν μεταξύ τους τα ωκεανικά κρατίδια έρχεται να σκοντάψει και στο γλωσσικό πρόβλημα, αφού κατά την αποικιακή περίοδο τα διάφορα νησιά αποκλείστηκαν πολιτιστικά και σβήστηκε η συλλογική τους μνήμη.

Συνεχίζεται : http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1775-i-kallipygos-stous-pente-okeanoys-sto-vasileio-tis-tongka