Rib and Sea

Το σωσίβιο, το quick stop και η ζώνη σώζουν ζωές

REQUIEM

Γράφει ο Εμμ. Αρ. Χριστουλάκης.

Θρήνος, οδυρμός και κροκοδείλια δάκρυα.
Πατρίκιοι και πληβείοι.
Κορύφωση της υποκρισίας.

Εν αρχή, προς άρσιν πάσης παρερμηνείας.
Δεν ανήκω σε κανένα πολιτικό, ιδεολογικό, κομματικό οικονομικό μόρφωμα ή θρησκευτική σέκτα ή αίρεση.
Δεν αποδέχομαι τη ρήση «μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε», όποιος και αν την είπε. Εάν είναι αληθές ότι είμεθα δημιουργήματα με ελευθέρα βούληση, τότε θα πρέπει να έχω το δικαίωμα να την ασκώ, χωρίς βέβαια να βλάπτω τον πλησίον μου. Επιτρέπω να κρίνομαι για τα έργα και τις πράξεις μου, που αφορούν στο κοινωνικό σύνολο. Δεν  δέχομαι όμως να επικρίνομαι ή να κατακρίνομαι, πράγμα που τηρώ κι εγώ για τους συνανθρώπους μου, για προσωπικά μου θέματα.

Ταπεινός συνταξιούχος, μετά από 50 χρόνια  ευόρκου, ευδοκίμου και εντίμου  προσφοράς υπηρεσιών, δικαιούμαι να διαμαρτύρομαι και να αγανακτώ (όπως και πλήθος άλλων Ελλήνων), όταν  οι εισφορές  στο Ταμείο Ασφαλίσεώς  μου καταληστεύτηκαν και σήμερα η σύνταξή μου μετά την αφαίρεση του πλήθους «χαρατσίων», μου επιτρέπει να σιτίζομαι το μεσημέρι με ένα «σουβλάκι» και το βράδυ με μισό κύπελλο γιαούρτι και μισό φρούτο εποχής. Ενώ αυτή την εποχή οι μεγαλοκαναλάρχες και εφοπλιστές, η κάστα  της  χλίδας, της γκλαμουργιάς, του πλούτου, της λαμογιάς, της μίζας και της αρπαχτής θησαυρίζουν. Πού βρίσκουν το χρήμα;

Επ’ εσχάτοις, κατά την λογίαν έκφρασιν, συνεκλονίσθη σύμπασα η οικονομικοκοινωνική ολιγαρχία, που καταδυναστεύει τον δύστυχο  ελληνικό λαό από της εποχής της δολοφονίας του Καποδίστρια, εξ αφορμής σημειωθέντων δυο θλιβερών γεγονότων αφορούντων σε επίλεκτα μέλη της.

Συνεκλονίσθη το κατεστημένο επί τη απωλεία των.

Σύμπασα η φατριάζουσα  κοινωνία (και μερικοί παρατρεχάμενοι τσανακογλείφτες) έσπευσε να κλίνει το γόνυ προ των σορών των τετιμημένων  μελών της. Η άρχουσα τάξις έκανε μεγαλοπρεπή την παρουσία της με τα ύψιστα κλιμάκια των εξουσιών πολιτείας, πολιτικής και εκκλησίας!

Ο τεθνεώς θεωρείται ιερός, όπως και η μνήμη του. Ο αποθανών, ως μη φυσικό πλέον πρόσωπο, δεν επισύρει κανενός είδους προσβολές ή κατηγορίες. Άλλωστε, ως απών, δεν έχει τη δυνατότητα της υπερασπίσεώς του. Εκείνο όμως που μπορεί να κριθεί είναι οι πράξεις και τα έργα του, εν σχέσει με το κοινωνικό σύνολο, και όχι τα προσωπικά ή οικογενειακά του με τα οποία ασχολούνται οι κουτσομπολίστικες εκπομπές των τηλεοπτικών σταθμών.

Με τον ένα εκ των δύο εκδημησάντων,  συνέπεσε να είμαι συμμαθητής στο Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων του Πειραιά, στου Βρυώνη. Στο μαθητολόγιο της τάξεως των 210 μαθητών, ήταν γραμμένος πρώτος λόγω του Α του επωνύμου του (πρόκειται για τον Αριστείδη Αλαφούζο), ενώ εγώ ήμουν τελευταίος λόγω Χ.

Ο  δυσνόητος και δυσπρόσιτος, πολλές φορές, γλωσσικά, απόστολος Παύλος γράφει σε μια επιστολή του «ο αποθανών δεδικαίωται ΑΠΟ της αμαρτίας». Εδώ παρεμβαίνει ο μακαρίτης καθηγητής Θεολογίας  Τρεμπέλας, σκληροτράχηλος Ζωικός (διαβάστε το βιβλίο του καθ. Χρήστου Γιανναρά «Κιβωτός Ιδεών» να μάθετε περισσότερα) και λέει ότι κόβουμε και ράβουμε τη φράση στα μέτρα μας αποσιωπώντας  το «ΑΠΟ», που αποτελεί την πεμπτουσία της φράσεως και σημαίνει ότι ο αποθανών δεν μπορεί πια να αμαρτήσει και όχι ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες του!    

Τι λοιπόν προσέφεραν  στον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό οι  εκλεκτοί μετέχοντες της οικονομικοκοινωνικής  ολιγαρχίας, όταν αυτός πένηται ενώ αυτοί θησαυρίζουν, ώστε να συνεγερθεί σύμπασα η πολιτειακή, πολιτική και εκκλησιαστική εξουσία;

Πατρίκιοι και πληβείοι  επί σκηνής.
Ηγεμονίσκοι και προεδρίσκοι, εκπρόσωποι ενός σαθρού πολιτικού συστήματος, αμίλλοντο  ποιος θα εκφωνούσε τον πιο σπαραξικάρδιο δεκάρικο, εισπράττοντας τα ειρωνικά μειδιάματα των περιλειπομένων.

Ακόμη και ο Γ.Γ. της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε.  δεν απουσίασε από την πασαρέλα, αποτίοντας  φόρον τιμής στον  «προαιώνιο ταξικό εχθρό». Στοιχειώδης ανθρώπινη υποχρέωση; Σε πολλούς καχύποπτους, συνειρμικά ανεδύθη η πονηρή σκέψη, μη τυχόν ο εκδημήσας περιλαμβάνεται στην επτασφράγιστη λίστα των χορηγών του Περισσού; Μήπως; Εγώ δεν παίρνω όρκο!

Αναρωτιέμαι αν μπορεί να συγκριθεί η προσφορά προς το Έθνος και την Πατρίδα, ενός εκ των «τετιμημένων» μ’ εκείνη του φτωχού αριστούχου φοιτητή της Ιατρικής, (και πολλών άλλων χιλιάδων παρομοίων περιπτώσεων), που «εκών άκων» επιστρατεύθηκε το 1947, ρίχτηκε στην κρεατομηχανή του αδυσώπητου  αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου το 1948 και 1949. Τελικά ακρωτηριάστηκαν οι δύο κνήμες και βλάφτηκε η όρασή του από «νάρκη κατά προσωπικού».

Ανάπηρος πλέον έχασε το όνειρό του να γίνει γιατρός, έφτυσε αίμα για να  του εγκρίνει η Πολιτεία μια γλίσχρα αναπηρική σύνταξη και τη δαπάνη για τεχνητά μέλη, ζώντας πια τη  δυστυχία του, όπως ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος το «λιοντάρι της Πελοποννήσου», που περιφρονημένος από τη Βαυαροθωνική δικτατορία και την αγνώμονη κοινωνία, έτυχε «βασιλική προνομία», «άδειας επαιτείας (!) ασκουμένην εκάστην Παρασκευήν προ του ιερού ναού της Ευαγγελιστρίας του Πειραιώς !!!!».

Όταν δε, μετά από χρόνια δυστυχισμένης ζωής, ήρθε η ώρα της μεταστάσεως, ετάφηκε σε «Κοιμητήριο» άγνωστο πού, λειτουργούντος ενοριακού ιερέως, χωρίς να παρευρεθεί εκπρόσωπος της πολιτείας, της πολιτικής ή της Διοικούσης  Εκκλησίας, παραδοθείσης της μνήμης του στην λήθη, παρά το «αιωνία η μνήμη αυτού» .

Τον κύκλο των Πατρικίων ολοκλήρωσε η παρουσία της Διοικούσης Εκκλησίας εκπροσωπουμένης από υψηλόβαθμα στελέχη της, εν πάση μεγαλοπρεπεία, αναπέμπουσας δεήσεις και ικεσίες ψάλλουσα το «παρορών αυτού πάντα τα εγκλήματα».

Απορίας άξιον γιατί η Διοικούσα Εκκλησία «με την μεγάλη της αγκάλη» τρέφει τόση αδυναμία και συμπάθεια στους ισχυρούς οικονομικούς ολιγάρχες και φανατικούς και σεσημασμένους οπαδούς του Μαμωνά (=πλούτος κατά την αραμαϊκη, λαλουμένη από τον Χριστό). Κι εδώ αντηχεί  εκκωφαντικά η ρήση του σοφού Διδασκάλου, που την λησμονούν  οι αρχιερείς και εκφράζει τα καθόλου ευμενή αισθήματά του προς τους λατρεύοντας τον Μαμωνά.

« Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν, Θεόν ή Μαμωνά».
Κι επειδή γνώριζε τι κουμάσια είναι διαχρονικά ο οπαδοί του Μαμωνά, στη διδασκαλία του «εν παροιμίες και παραβολές δεν απέφευγε να τους περιποιηθεί  καταλλήλως.

«Άφρων, άφρων  πλούσιε» ή ο «πλούσιος νεανίσκος» ή ο «πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος». Με αυτές τις παραβολές, ο Διδάσκαλος της Αγάπης μαστιγώνει ανελέητα τους οικονομικούς ολιγάρχες.

Και τέλος τους «εκτελεί» με την ανεπανάληπτη εκείνη ρήση του. «Ευκολώτερον γαρ εστί κάμηλον εισελθείν δια τρυμαλιάς ραφίδος ή πλούσιον εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού».

Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων; (αυτό δυστυχώς το είπαν οι Φαρισαίοι). Το παράδοξο είναι ότι  πολλοί από τους πατρικίους είναι προληπτικοί, δεισιδαίμονες και θρησκόληπτοι, γι αυτό και κτίζουν εκκλησούλες στο χώρο των επαύλεων των (π.χ. στον Άγιο Αιμιλιανό) ή ενισχύουν οικονομικά την εκκλησία ή ακόμη συμπεριφέρονται ως φιλεύσπλαχνοι και ελεήμονες για «το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (ακόμη και για  φορολογικές απαλλαγές) και  για να διατηρούν την «καλή έξωθι μαρτυρίαν». Το πώς κατορθώνουν το  «δουλεύειν δυσί κυρίοις, Θεόν τε και Μαμωνά», είναι αντικείμενο έρευνας της Φρωϋδικής Ψυχανάλυσης…  

Παρεμπιπτόντως, ως άνθρωπος και ιατρός, είμαι συγκαταβατικός με τις αδυναμίες, τα πάθη και τις παθήσεις (νόσους) των  συνανθρώπων μου, εφ΄ όσον όμως ισχύει για κάθε περίπτωση το απόφθεγμα του Μενάνδρου «ως χαρίεν ο άνθρωπος, ει άνθρωπος εστί». Όμως, ως πολίτης, αγανακτώ και διαμαρτύρομαι  για τις πράξεις και τα έργα των εις βάρος «ημών των πληβείων». Τους οποίους (ημάς) εν πολλοίς οι πατρίκιοι θεωρούν «ως ενεούς και κεχηνότας». Εμείς, τα εκατομμύρια των Ελλήνων πληβείων,των «μη εχόντων και μη κατεχόντων», τι ρόλο παίζουμε σ’ αυτό το σενάριο;

Ειδικότερα οι πληβείοι, εξαρτημένοι εργασίας των οικονομικών ολιγαρχών «την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι» με ιδιαίτερη συγκίνηση και ευγνωμοσύνη εκδήλωσαν τα συναισθήματά τους, παρά το γεγονός, ότι καλώς γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν φιλάνθρωποι, φιλεύσπλαχνοι και φιλεργάτες αφέντες αλλά απλώς πασπαλίζουν με κουραμπιεδόσκονη το «πικρό ψωμί του μεροκάματου» για να λειτουργεί ομαλά η ανθρώπινη μηχανή που τους παράγει  τον πλούτο τους.

Εμείς οι πληβείοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεχόμαστε, γευόμαστε και απολαμβάνομε ως άλλοι «χαχόλοι» και «κεχηνότες», τις σαχλές και αηδιαστικές  ηθικοδιδακτικές (!) χελωνόσουπες, που μας  σερβίρουν οι διάφοροι αποδομητές της νοημοσύνης μας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς μας και βιαστές  του αισθήματός μας περί ωραίου, αξιόλογου και πνευματικώς ωφελίμου, παθητικά και αδιαμαρτύρητα.  Μηρυκάζουμε γαριδάκια και ξηροκάρπια, τη στιγμή που «των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν».

Παραλειπόμενα.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι στην εξόδιο τελετή του συχωρεμένου Κ. δεν παρευρέθη καμία βαρυπενθούσα χήρα. Όσον αφορά στην πρώτη σύζυγο, ουδαμού στα βιογραφικά του εκλιπόντος μνημονεύεται. Θλιβερόν είναι ακόμη, ότι και στα βιογραφικά των τέκνων δεν αναφέρεται το όνομα της μητέρας των αλλά απλώς «τέκνα εκ του πρώτου γάμου!».

Εξαίρεση μόνο στην είδηση του γάμου της θυγατρός αναφέρεται «... και της Άννας». Περίεργο είναι ακόμη, ότι τόσον τα φίλια όσον και τα εχθρικά  έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης τηρούν «σιγήν ασυρμάτου».

Όσον δε αφορά στην ποτέ άλλοτε νεαράν συλφίδα, που με «Αγάπη» μας έπρηζε με την καθημερινή παρουσία της στη μικρή οθόνη, αυτή φρόντισε να την «κοπανίσει» αλά γαλλικά συναποκομίζουσα ό,τι οι τρυφεροί της ώμοι μπορούσαν να σηκώσουν, αφήνοντας  στα κρύα του λουτρού τον σύζυγο, πρότυπο κι ευεργέτη της. Έτσι μια μεγάλη αγάπη (!), «έγινε συντρίμμια κομμάτια» για οικονομικά ζητήματα, αποκαλύπτοντας το πονηρό και υστερόβουλο παιχνίδι της πρωταγωνίστριας! Κορύφωση της υποκρισίας!

Τώρα μια συγκλονιστική σύγκρουση αναμένεται μεταξύ κολοσσών νομικών συγκροτημάτων για το μοίρασμα  της πίτας των 2 δις, όπως θρυλείται, της περιουσίας του εκλιπόντος.